αστρομάντης
Смотреть что такое "αστρομάντης" в других словарях:
αστρομάντης — ο (θηλ. μάντισσα, η) (AM ἀστρόμαντις, ο, η) αυτός που προλέγει τα μέλλοντα με την παρατήρηση των άστρων, ο αστρολόγος … Dictionary of Greek
άστρο — και άστρι και αστρί, το (AM ἄστρον) 1. το αστέρι 2. ο έξοχος, ο υπέροχος («αυτός είναι άστρο», «Ἀκροκόρινθον Ἑλλάδος ἄστρον») νεοελλ. 1. ο αστερισμός, το ζώδιο κάθε ανθρώπου («γεννήθηκε σε καλό άστρο») 2. α) «άστρο της ημέρας» ο ήλιος β) «άστρο… … Dictionary of Greek